ἀποφατικός — negative masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποφατικός — ή, ό (AM ἀποφατικός, ή, όν) [απόφημι] αρνητικός νεοελλ. γραμμ. 1. «αποφατικά μόρια» αυτά που δηλώνουν άρνηση (ου, μη, δεν κ.λπ.) 2. «αποφατική πρόταση» αυτή που εισάγεται με αρνητικό μόριο ή περιέχει άρνηση … Dictionary of Greek
ἀποφατικά — ἀποφατικός negative neut nom/voc/acc pl ἀποφατικά̱ , ἀποφατικός negative fem nom/voc/acc dual ἀποφατικά̱ , ἀποφατικός negative fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικώτερον — ἀποφατικός negative adverbial comp ἀποφατικός negative masc acc comp sg ἀποφατικός negative neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικῶν — ἀποφατικός negative fem gen pl ἀποφατικός negative masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικόν — ἀποφατικός negative masc acc sg ἀποφατικός negative neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικαῖς — ἀποφατικός negative fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικαί — ἀποφατικός negative fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικοῖς — ἀποφατικός negative masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικοί — ἀποφατικός negative masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)